Search
Close this search box.
Search
Close this search box.
Search
Close this search box.

Μagdalena Carmen Frida Kahlo Calderón: Όταν ο πόνος γίνεται δημιουργία

Αναδείχτηκε στην πιο αληθινή ζωγράφο

Παρά την αναπηρία της ή ίσως εξαιτίας αυτής, αναδείχτηκε στην πιο αληθινή ζωγράφο και σημάδεψε την εποχή της με το ταλέντο της αλλά κυρίως με την στάση ζωής της.

Η Frida Kahlo γεννήθηκε στις 6 Ιουλίου 1907 στο χωριό Κογιοακάν, που σήμερα αποτελεί τμήμα του ιστορικού κέντρου της Πόλης του Μεξικό. Ο Γερμανο-εβραίος πατέρας της ήταν μορφωμένος, δήλωνε άθεος και είχε έρθει σε νεαρή ηλικία στο Μεξικό για να δουλέψει ως φωτογράφος. Η Φρίντα, που του είχε μεγάλη αδυναμία, τον βοηθούσε συχνά στο στούντιο. Έτσι πρωτοήλθε σε επαφή με την τέχνη  και την προσήλωση στην λεπτομέρεια. Η μητέρα της ήταν Ισπανο-μεξικάνα και αυστηρή Καθολική. Η οικογένεια ήταν ένα εκρηκτικό μείγμα διαφορετικών κουλτούρων και διαφορετικών απόψεων.

Σε ηλικία 6 ετών αρρώστησε από πολιομυελίτιδα συχνή ασθένεια της εποχής που άφηνε ανίατες αναπηρίες. Η Φρίντα ανάρρωσε αλλά το ένα της πόδι  έμεινε μικρότερο και λεπτότερο από το άλλο και σχεδόν παράλυτο. Το περπάτημα ήταν σε όλη της την ζωή μία δοκιμασία. Οι συμμαθητές της την αποκαλούσαν με το παρατσούκλι «Frida la coja», δηλαδή Φρίντα η κουτσή, πράγμα που την πλήγωνε αλλά και την πείσμωνε συγχρόνως. Στα 16 της χρόνια έγινε δεκτή στην  Escola Preparatoria, ένα από τα πιο αριστοκρατικά σχολεία της χώρας. Η σύνθεση των μαθητών ήταν 35 κορίτσια ανάμεσα σε περισσότερα από 1800 αγόρια! Εκεί πρωτογνώρισε τον μετέπειτα σύζυγό της, ζωγράφο Ντιέγκο Ριβέρα, ο οποίος ζωγράφιζε στους τοίχους της σχολής. Πήρε το θάρρος να του δείξει κάποια πρώιμα έργα της και εκείνος την ενθάρρυνε να συνεχίσει να ζωγραφίζει παρότι η φιλοδοξία της ήταν να σπουδάσει Ιατρική.

Το 1925, η 18χρονη Φρίντα  επέστρεφε από το σχολείο, όταν ένα τραμ συγκρούστηκε με το λεωφορείο όπου επέβαινε. Σκοτώθηκαν 6 άτομα. Η ίδια τραυματίστηκε πολύ σοβαρά: μία σιδερένια ράβδος την διαπέρασε πέρα ως πέρα μπαίνοντας από την κοιλιά της. Η ζημιά που έγινε στον οργανισμό της ήταν τεράστια: όργανα τραυματίστηκαν η μήτρα της τρύπησε η σπονδυλική της στήλη και ο σκελετός της σχεδόν διαλύθηκαν. Ελάχιστες ελπίδες υπήρχαν να ζήσει πολύ δε περισσότερο να ξαναπερπατήσει. Υποβλήθηκε σε 30 ( ! ) εγχειρήσεις. Παρόλα αυτά το πείσμα της και η ανάγκη της να ζήσει νίκησαν. Από τότε, όμως, οι ανυπόφοροι πόνοι δεν την εγκατέλειψαν ποτέ. Καθηλωμένη για χρόνια στο κρεβάτι πήρε απόφαση πως το όνειρο να γίνει γιατρός δεν επρόκειτο ποτέ να γίνει πραγματικότητα. Βρήκε παρηγοριά στην ζωγραφική. Οι γονείς της παρήγγειλαν ένα ειδικό καβαλέτο που θα μπορούσε να το χρησιμοποιεί ενώ είναι ξαπλωμένη, για να μην επιβαρυνθεί η εύθραυστη σπονδυλική της στήλης. Έλεγε συχνά «μπορούμε να αντέξουμε περισσότερα από όσα νομίζουμε». Για την περίοδο αυτή είχε δηλώσει: «Το ατύχημα και η μοναχική περίοδος της ανάρρωσης με έκανε να θέλω να ξεκινήσω ξανά από την αρχή, να ζωγραφίσω πράγματα ακριβώς όπως τα βλέπω με τα δικά μου μάτια και τίποτα περισσότερο».

Ο πόνος, ο φόβος, η απελπισία που ένιωθε μερικές φορές, αποτυπωθήκαν στα έργα της . Σε σύνολο 150 έργων, τα 55 είναι αυτοπροσωπογραφίες. Λέει: «Είμαι η μούσα του εαυτού μου. Εγώ είμαι το θέμα που γνωρίζω καλύτερα. Το θέμα που θέλω να γνωρίζω καλύτερα. Γι’ αυτό ζωγραφίζω αυτοπροσωπογραφίες».

Σε αυτές εκθέτει τον εαυτό της με όλα του τα προβλήματα σε σοκαριστικές πολλές φορές φάσεις: θλίψη, μοναξιά, θάνατος, εκτρώσεις, αποβολές, γέννες, εγχειρίσεις και πολλές ακόμα εμπειρίες που άλλοι καλλιτέχνες δεν τολμούσαν να “ακουμπήσουν” ως ταμπού αποτυπώνονται ρεαλιστικά στους πίνακες της. Τίποτα δεν ωραιοποιεί ,τίποτα δεν κρύβει. «Δεν ζωγραφίζω όνειρα ή εφιάλτες, αλλά τη δική μου πραγματικότητα. Αυτό που δεν με σκοτώνει, με θρέφει»

Οι πίνακες αυτοί είναι γροθιά στο στομάχι. Όχι διακοσμητικά αντικείμενα. Οι γυναίκες κυρίως όσες υποφέρουν σε κάθε μεριά του πλανήτη ταυτίζονται μαζί της.

Ως καλλιτέχνης ερεύνησε και άλλα θέματα, προσωπικά,  όπως η διττή της ταυτότητα ως Ευρωπαία και ιθαγενής και η αναπόφευκτη σύγκρουση μεταξύ τους. Απεικόνιζε τον εαυτό της πάντα αγέλαστο με εμφανές το γνωστό παχύ μονόφρυδό της, αλλά και το μουστάκι της. Κανένα από τα δυο δεν θέλησε να διορθώσει. Τα θεωρούσε χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς της. Αδιαφορούσε για τα πρότυπα ομορφιάς. Στο ημερολόγιο της έγραφε: «Το πιο σημαντικό μέρος του σώματος είναι το μυαλό μου. Από το πρόσωπο μου μ’αρέσουν τα φρύδια και τα μάτια μου».

Άλλαξε και το ντύσιμο της: υιοθέτησε την παραδοσιακή αμφίεση των ιθαγενών Τεχουάνα, που έγινε το σήμα κατατεθέν της: Λουλουδάτο κεφαλομάντηλο, χαλαρή μπλούζα, χρυσά κοσμήματα πολλά λουλούδια και μακρόστενη πτυχωτή φούστα.

Ασχολήθηκε και με άλλα δύσκολα θέματα όπως  η πάλη των κοινωνικών τάξεων, η διαφορετικές φυλές και οι διακρίσεις εναντίων των Ινδιάνων, η αποικιοκρατία. η ισότητα των φύλων και αμφισβήτησε όλα τα «πρέπει» και τα στερεότυπα της εποχής της.

Με το έργο της μας έδειξε ότι ο πόνος είναι μέρος της ζωής,  όμως δεν πρέπει να μας καθορίζει, δεν μας αδρανοποιεί, δεν μας στερεί την δημιουργικότητα μας.

Μετά την «ανάρρωσή» της εντάχθηκε στο Κομμουνιστικό Κόμμα του Μεξικού (PCM), όπου συνάντησε τον Ριβέρα ξανά. Τον Diego María de la Concepción Juan Nepomuceno Estanislao de la Rivera y Barrientos Acosta y Rodríguez όπως είναι το πλήρες του όνομα. Παντρεύτηκαν το 1929. Για τον Ριβέρα αυτός ήταν ήδη ο τρίτος γάμος. «Ο ελέφαντας και η περιστέρα», όπως είχε περιγράψει το ζευγάρι η μητέρα της Φρίντα, αγαπήθηκαν πολύ και η αγάπη αυτή διατηρήθηκε μέχρι το τέλος της ζωής τους. Αυτό δεν εμπόδιζε ούτε τον ένα ούτε τον άλλο να είναι άπιστοι. Ο Ριβέρα κυκλοφορούσε κάθε τόσο με άλλη καλλονή παρόλο που ο ίδιος ήταν πολύ παχύς και καθόλου «όμορφος». Η Φρίντα πάλι ,ως ανοιχτά αμφιφυλόφιλη, είχε διάφορες σχέσεις. Μεταξύ πολλών άλλων και ο εξόριστος  Λέον Τρότσκι που φιλοξενήθηκε στο σπίτι τους για δύο χρόνια και η  Γαλλίδα χορεύτρια Josephine Baker. Εξάλλου η  ίδια πάντα υποστήριζε τις μη αποκλειστικές σχέσεις. Όμως όταν  αργότερα ο Ριβέρα δημιούργησε δεσμό με την μικρότερη αδελφή της Κριστίνα, η Φρίντα κατέρρευσε. Η υγεία της επιδεινώθηκε πολύ, το αλκοόλ και τα ναρκωτικά φαίνονταν να δίνουν μια προσωρινή ανακούφιση. Της έγινε έμμονη σκέψη η αυτοκτονία αλλά δεν το έκανε ποτέ για χάρη του Ριβέρα. Γράφει στο ημερολόγιό της: «Η ματαιοδοξία μου,  με κάνει να νομίζω ότι μπορεί να του λείψω».

Από το 1930 έως το 1933 το ζευγάρι έζησε στις ΗΠΑ, όπου ο Ριβέρα είχε λάβει παραγγελίες από διάφορες πόλεις για να ζωγραφίσει τοιχογραφίες. Κατά την διάρκεια της παραμονής τους στις ΗΠΑ, η Φρίντα είχε δύο δύσκολες εγκυμοσύνες που κατέληξαν σε αποβολές. Δεν θα μπορούσε ποτέ να γίνει μητέρα. Ο Πόνος της αποτυπώθηκε σε πίνακες που κόβουν την ανάσα. 

Το 1933, το ζευγάρι επέστρεψε στο Μεξικό. Εγκαταστάθηκαν σε μια νεόκτιστη κατοικία την Casa Azul, το γαλάζιο σπίτι: Δύο ξεχωριστοί χώροι, ένας για τον καθένα, ενωμένοι με μια γέφυρα. Η κατοικία έγινε τόπος συγκέντρωσης για καλλιτέχνες και πολιτικούς ακτιβιστές κέντρο της κοινωνικής καλλιτεχνικής και πολιτικής κίνησης της χώρας.

Η πρώτη έκθεση της Φρίντα πραγματοποιήθηκε στη γκαλερί «Julien Levy» της Νέας Υόρκης, το 1938, με μεγάλη επιτυχία. Την επόμενη χρονιά ταξίδεψε στο Παρίσι για να παρουσιάσει το έργο της.. Το Μουσείο του Λούβρου αγόρασε τον πίνακά της «Το Κάδρο» (1938), δείγμα ότι η δουλειά της άρχισε να αναγνωρίζεται στην Ευρώπη. Ήταν ο πρώτος πίνακας μεξικανού καλλιτέχνη του 20ού αιώνα που το διάσημο μουσείο ενέτασσε στις συλλογές του.  

Ήταν έτσι κι’αλλιώς, πάντα ανήσυχο και ασυμβίβαστο πνεύμα. Τώρα προκαλούσε ανοικτά. Έκανε όλα όσα θεωρούνταν “μη θηλυκά” την εποχή εκείνη. Κάπνιζε, έπαιζε μποξ, έπινε, δοκίμαζε ουσίες, διεκδικούσε τα δικαιώματά της, προκαλούσε την ανδροκρατούμενη κοινωνία να την ανταγωνιστεί. Παράλληλα προσπαθούσε να γίνει η φωνή όλων των φτωχών, των αδικημένων, των καταπιεσμένων, συνεπής με τα πολιτικά της  «πιστεύω»

Εν τω μεταξύ, οι σχέσεις του ζευγαριού συνεχώς επιδεινώνονταν. Το διαζύγιο ήλθε το 1939 αλλά δεν άντεξαν για πολύ χώρια. Ένας νέος γάμος μεταξύ τους έγινε μόλις ένα χρόνο αργότερα!

Στα τέλη της δεκαετίας του ’40 και στις αρχές της δεκαετίας του ’50, η Φρίντα χρειάστηκε να υποβληθεί σε αλλεπάλληλες χειρουργικές επεμβάσεις. Πέρασε μήνες στα νοσοκομεία, συχνά μη μπορώντας ούτε να κουνηθεί. Όταν  πραγματοποιήθηκε η πρώτη της ατομική έκθεση στην Πόλη του Μεξικού το 1953, εκείνη ήταν σοβαρά άρρωστη στο  νοσοκομείο. Συλλέγοντας τις τελευταίες της δυνάμεις ζήτησε να την μεταφέρουν με το κρεβάτι στην αίθουσα της έκθεσης. Εκεί ως οικοδέσποινα, συζήτησε, εξήγησε, δέχτηκε συγχαρητήρια σαν να μην συμβαίνει τίποτε. Είχε μάθει πλέον να κρύβει καλά τους πόνους.

Ένα χρόνο μετά, στις 13 Ιουλίου 1954, σε ηλικία 47 ετών, άφησε την τελευταία της πνοή στο Casa Azul, το σπίτι που γεννήθηκε. Η επίσημη εκδοχή ήταν πνευμονική εμβολή. Ακόμη και σήμερα όμως πλανάται η φήμη για υπερβολική δόση ηρεμιστικών.

Μετά το θάνατο της, με πρωτοβουλία του Ντιέγκο Ριβέρα το «Γαλάζιο Σπίτι» έγινε μουσείο αφιερωμένο στην ζωή και το έργο της. Οι στάχτες της παραμένουν στο κρεβάτι της μέσα σε ένα δοχείο που φέρει το σχήμα του προσώπου της.

Ο αγαπημένος της σύντροφος πέθανε 3 χρόνια αργότερα, παραδεχόμενος ότι η Φρίντα υπήρξε για αυτόν η μόνη πραγματική αγάπη.

Γεγονός αξιοσημείωτο: η μεταθανάτια φήμη της αυξανόταν συνεχώς ώσπου έφτασε τον 21ο αιώνα  σε αυτό που ορισμένοι κριτικοί ονομάζουν «Φρινταμάνια». Η δραματική της ζωή και η γενναία της αντιμετώπιση ενέπνευσαν πολλά βιβλία, ζωγραφικούς πίνακες, ποιήματα και ταινίες.

Το 2010, η κυβέρνηση του Μεξικό, σε αναγνώριση της συνεισφοράς της Φρίντα Κάλο αλλά και του Ντιέγκο Ριβέρα απεικόνισε τα πρόσωπά τους στις δύο όψεις του χαρτονομίσματος των 500 πέσος, στην έκδοση για τον εορτασμό της 200ής επετείου της ανεξαρτητοποίησης της χώρας και της 100ής επετείου της Μεξικανικής Επανάστασης.

Πόσο σπουδαία μπορεί να είναι μια  γυναίκα που ζώντας μέσα στον πόνο είχε το κουράγιο να πει:

«Τίποτε δεν αξίζει περισσότερο από το γέλιο. Είναι δύναμη το να μπορείς να γελάς, να αφήνεις τον εαυτό σου να νιώθει ελαφρύς. Η τραγωδία είναι το πιο γελοίο πράγμα».

«Ο πόνος, η χαρά και ο θάνατος δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια διαδικασία για την ύπαρξη. Η επαναστατική πάλη σε αυτή τη διαδικασία είναι μια πόρτα ανοιχτή για την ευφυΐα».

Ως επίλογος ας είναι το μήνυμα προς κάποια «άγνωστη -οικεία» γυναίκα.

«Συνήθιζα να πιστεύω ότι ήμουν ο πιο παράξενος άνθρωπος στον κόσμο, αλλά ύστερα σκέφτηκα ότι υπάρχουν τόσοι άνθρωποι στον κόσμο, πρέπει να υπάρχει κάποιος σαν κι εμένα που να νιώθει περίεργος και ατελής με τους ίδιους τρόπους που το νιώθω κι εγώ. Φανταζόμουν εκείνη τη γυναίκα και φαντάζομαι ότι πρέπει να είναι εκεί έξω, σκεπτόμενη εμένα επίσης. Ελπίζω αν είσαι εκεί έξω και διαβάζεις αυτό, να ξέρεις ότι ναι, είναι αλήθεια πως είμαι εδώ και είμαι το ίδιο περίεργη με εσένα».

Φιλαρέτη Καλομενίδου, Εκπαιδευτικός.

Διαβάστε επίσης