Η εξαιρετική περίπτωση της Αlison lapper
Από που προέρχεται η εσωτερική δύναμη, ώστε ένα εκ γενετής ανάπηρο εγκαταλελειμμένο παιδί να ξεπεράσει τα χιλιάδες προβλήματα που συναντά στο δρόμο του και να εξελιχθεί σε έναν καταξιωμένο καλλιτέχνη;
Αυτή είναι η εξαιρετική περίπτωση της Αlison lapper όπως προκύπτει από την αυτοβιογραφία της με τον αυτοσαρκαστικό τίτλο «My Life in My Hands», (η ζωή μου στα χέρια μου) που κυκλοφόρησε το 2005.
Η Άλισον γεννήθηκε στο Burton on Trent του Staffordshire, το 1965 με μία αναπηρία που ονομάζεται <φωκομελία>.Το βρέφος δεν είχε καθόλου χέρια και τα πόδια ,όπου το μηριαίο οστό ενωνόταν απευθείας με τα πέλματα τα οποία ίσα -ίσα που προεξείχαν από τον κορμό. Οι αναπηρίες της έμοιαζαν πολύ με εκείνες των <παιδιών της θαλιδομίδης>.
Η θαλιδομίδη ήταν ένα ήπιο ηρεμιστικό που παράγονταν από μια φαρμακευτική εταιρεία της Δυτικής Γερμανίας το οποίο οι γιατροί συνταγογραφούσαν ως αντιεμετικό για τις ναυτίες της εγκυμοσύνης. Στα τέλη της δεκαετίας του ‘50 και στις αρχές του ‘60 ,παρατηρήθηκαν δεκάδες χιλιάδες γεννήσεις παιδιών με δυσπλασίες, χωρίς άκρα, αντιστροφή ή ελλείψεις εσωτερικών οργάνων κτλ. Στην αρχή θεωρήθηκε υπεύθυνη η ρύπανση από ραδιενέργεια εξαιτίας της χρήση πυρηνικής ενέργειας για παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος. Όταν αποκαλύφθηκε ότι επρόκειτο για παρενέργειες της θαλιδομίδης και αποσύρθηκε το φάρμακο, ήταν ήδη αργά. Μια ολόκληρη <γενιά> παιδιών υπήρξαν ακούσια, αθώα και τραγικά θύματά της χρήσης μιας ουσίας που δόθηκε στο εμπόριο χωρίς να έχουν προηγηθεί αρκετές έρευνες για τις παρενέργειές της.
Η μητέρα της Άλισον Βερόνικα Μπάρμπερ ,προέρχονταν από μία φτωχή εργατική οικογένεια του Μπέρμιγχαμ. Στα 15 της εγκατέλειψε το σχολείο για να εργαστεί ως εργάτρια στο εργοστάσιο εξαρτημάτων αυτοκινήτων Lucas. Αν πήρε φάρμακα ή όχι κατά την διάρκεια της εγκυμοσύνης της δεν έγινε ποτέ γνωστό. Το βέβαιο είναι πως όταν της έδειξαν το βρέφος της έπαθε σοκ. Οι γιατροί είπε η ίδια, την προέτρεψαν να δώσει το παιδί σε δημόσια δομή, αφήνοντας ως υπονοούμενο ότι δεν θα ζήσει και πολύ.
Ο μπαμπάς ήταν ήδη εξαφανισμένος οπότε το μωρό όταν ήταν μόλις έξι εβδομάδων, δόθηκε στο <σπίτι των παιδιών>, ένα ίδρυμα από το οποίο η Άλισον έχει τις χειρότερες αναμνήσεις. Άρχισε να ζωγραφίζει σε ηλικία 3 ετών και αυτή η δημιουργική διέξοδος της επέτρεπε να δραπετεύει σε έναν κόσμο φαντασίας μακριά από την ταραχώδη ζωή, την αδιαφορία και τις τιμωρίες που υφίστατο στο ίδρυμα. Μεγαλώνοντας φιλοξενήθηκε στο Chailey Heritage School στο ανατολικό Sussex, στο οποίο, παιδιά με ιδιαίτερες αναπηρίες, μάθαιναν πως να γίνονται όσο το δυνατόν πιο αυτόνομα.
Στα 16 της χρόνια κέρδισε έναν τοπικό διαγωνισμό τέχνης
Μία εφημερίδα αφιέρωσε ένα άρθρο στην <νεαρή καλλιτέχνιδα>, που προκάλεσε το ενδιαφέρον της ομάδας <Mouth and Foot Painting Artists >(MFPA), των ζωγράφων που έχοντας αντίστοιχα προβλήματα, ζωγραφίζουν κρατώντας το πινέλο με το στόμα ή τα δάχτυλα των ποδιών. Η ομάδα την πήρε υπό την προστασία της, χορηγώντας της μια ετήσια υποτροφία. Φρόντισε να της δοθεί η φοιτητική ιδιότητα, η οποία, στη συνέχεια της έδωσε πρόσβαση σε μικρές υποτροφίες για αγορά καλλιτεχνικού υλικού.
Σε ηλικία 19 ετών, η Άλισον μετακόμισε στο Λονδίνο. Απέκτησε διαμέρισμα και σύντομα άδεια οδήγησης και αυτοκίνητο. Άρχισε να ζει σαν κάθε κοπέλα της ηλικίας της προσπαθώντας να μην αφήνει την αναπηρία της να της γίνεται εμπόδιο. Μια πολλά υποσχόμενη σχέση, που κατέληξε σε γάμο, έγινε πολύ δύσκολη στην πορεία. Κατέθεσε αίτηση διαζυγίου και προχώρησε με την τέχνη της. Παρόλα αυτά είχε όλο και πιο έντονη την επιθυμία να γίνει μητέρα. Το επιχείρησε μερικές φορές αλλά κάθε προσπάθεια κατέληγε σε αποβολή.
Για μεγάλο μέρος της ζωής της, πίστευε ότι δεν θα μπορούσε να κάνει παιδιά, καθώς της είπαν ότι ήταν πολύ ανάπηρη για να έχει μια ασφαλή εγκυμοσύνη.
Παρακολούθησε μαθήματα στο Heatherley’s School of Fine Art. Στα 25 της μπήκε στην Σχολή Τεχνών και Αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο του Μπράιτον και αποφοίτησε με άριστα το 1994.
Κατά την διάρκεια των σπουδών της υπήρξε μια στιγμή αυτογνωσίας που άλλαξε ριζικά τον τρόπο που έβλεπε τον εαυτό της, το περιβάλλον και την τέχνη της. Ένας καθηγητής της παρατήρησε ότι η Άλισον επικεντρώνονταν στην ζωγραφική των <ιδανικών> μοντέλων και των πολύ ωραίων ανθρώπων. <Μοιάζει> της είπε <σαν να μην θέλεις να δεις ποια πραγματικά είσαι και να το αντιμετωπίσεις>! Η δήλωση την σόκαρε αλλά και την προβλημάτισε. Θεωρούσε μέχρι τότε, ότι είχε συμβιβαστεί με την κατάστασή της την είχε αποδεχτεί και σε ένα βαθμό ξεπεράσει. Ή μήπως όχι; Αυτό την έβαλε σε μια διαδικασία να εξετάσει βαθιά ποια είναι τί θέλει, ποια η θέση της στην ζωή και την τέχνη. Μελετούσε βιβλία Τέχνης στην βιβλιοθήκη, ώσπου ξαφνικά βρέθηκε μπροστά σε μια φωτογραφία της Αφροδίτης της Μήλου. Αυτή η εικόνα του εκπληκτικού λευκού μαρμάρου αγάλματος μιας πανέμορφης Ελληνίδας, με τα δύο χέρια να λείπουν, έγινε η αφετηρία ενός εσωτερικού ταξιδιού στο οποίο η Alison λέει ότι συνεχίζει. Άρχισε να παρατηρεί το σώμα της αντί να το κρύβει και κατέληξε πως <είναι όμορφο, όπως είναι>.
«Έχω χαρακτηρίσει τον εαυτό μου Venus de Milo σε μερικά από τα έργα μου. Έχασε τα χέρια της, γεννήθηκα χωρίς τα δικά μου. Ωστόσο, κανείς δεν θα την περιέγραφε ως ανάπηρη, όπως κάνουν με εμένα, παρόλο που είμαι αληθινή και μπορώ να τους απαντήσω».
Πολλά από τα δικά της έργα χρησιμοποιούν το φως και τη σκιά για να αναδείξουν τις γλυπτικές ιδιότητες του σώματος και να τραβήξουν την προσοχή σε άκρα που δεν υπάρχουν.
Χρησιμοποιεί μικτές τεχνικές ,φωτογραφία, γραφικά υπολογιστή και ζωγραφική στα έργα της, τα οποία, όπως λέει, θέτουν ερωτήσεις σχετικά με τη φυσική κανονικότητα και την ομορφιά, το <φυσιολογικό> ,τις δυνατότητες του ανθρωπίνου σώματος κ.α Αγαπημένα της μοτίβα είναι τα γυμνά, τα κολάζ και οι συνθέσεις, τις οποίες επί-ζωγραφίζει κυρίως με ακουαρέλες. Η βεβαιότητα του τί ακριβώς θέλει να δείξει όταν σχεδιάζει είναι εκπληκτική.
Τα έργα της έχουν παρουσιαστεί επανειλημμένα σε εκθέσεις και έχει κερδίσει πολλά βραβεία.
Το 2001 της συνέβη κάτι που είχε πάψει να περιμένει : έμεινε έγκυος. Ο πατέρας του παιδιού εξαφανίστηκε μη αντέχοντας το βάρος καμίας απόφασης. Συνεχίζουμε ή διακόπτουμε την εγκυμοσύνη; Η Άλισον ήταν πεπεισμένη Ήθελε να κρατήσει το παιδί πάση θυσία. Θεώρησε την σύλληψή του ήταν «ένα ευτυχισμένο ατύχημα»! Πολλοί προσπάθησαν να την αποθαρρύνουν χρησιμοποιώντας λογικά επιχειρήματα: Θα άντεχε το σώμα της; Και αν το παιδί κληρονομούσε την φακωμηλία; Πώς θα μπορούσε να φροντίσει ένα μωρό; Και αν της το έπαιρναν για να το δώσουν σε ανάδοχες οικογένειες; Τίποτα δεν την πτόησε !
«Πάντα μου έλεγαν ότι δεν θα μπορούσα να κουβαλήσω [ένα παιδί]. Ήθελα τον Πάρις τόσο πολύ, αλλά [ακόμα κι έτσι] σχεδόν δεν τον είχα λόγω της πίεσης. Οι άνθρωποι έλεγαν πράγματα όπως, “Κι αν είναι σαν εσένα;” «Προφανώς, ήξερα ήδη ότι θα ήταν μια θυσία, κυρίως σε σωματικό επίπεδο: έχω αρθρίτιδα σε όλο το μήκος της σπονδυλικής μου στήλης και είμαι σε αναπηρικό καροτσάκι τις μισές φορές τώρα – κάτι που δεν θα δεχόμουν ποτέ στα 20 μου». Ο κόσμος προσπάθησε να με μεταπείσει, καθώς η φωκομηλία μπορεί να μεταδοθεί γενετικά. Αλλά είπα στον εαυτό μου: αν γεννηθεί όπως εγώ, ποιος θα μπορούσε να τον φροντίσει και να τον εκπαιδεύσει καλύτερα από εμένα;» Έτσι στα 34 της χρόνια, η Άλισον γέννησε τον γιό της Πάρις. Δεν ήταν μόνο μια πράξη αποφασιστικότητας από την πλευρά της μητέρας του αλλά και κάτι σαν θαύμα. Το σώμα της μητέρας ανταπεξήλθε και το μωρό γεννήθηκε αρτιμελές και πανέμορφο.
Αργότερα η μητέρα του είπε για αυτόν: «Κατά μία έννοια, ναι. Είναι τέλειος. Ο γιος μου είναι ο εφιάλτης ενός Ναζί, ένα ψηλό, γαλανομάτη, ξανθό αγόρι, γεννημένο από τους χειρότερους ανάπηρους>. Δέχτηκε από την πρώτη στιγμή να συμμετέχει αυτή και το μωρό σε μια πολύχρονη σειρά του BBC με τίτλο <One’s Child of Our Time>, στην οποία ο καθηγητής Ρόμπερτ Ουίνστον παρακολουθεί 25 παιδιά που γεννήθηκαν το 2000 έως την ενηλικίωση τους .
Όταν η Άλισον βρισκόταν στον 8ο μήνα της κύησης δέχτηκε μια αναπάντεχη πρόταση από τον φίλο της καλλιτέχνη τον Marc Quinn: Να του ποζάρει γυμνή για ένα άγαλμα. Την έπεισε λέγοντας: <Είναι ένα έργο που θα γιορτάζει όλα όσα είναι σημαντικά για σένα – την ανύπαντρη μητρότητα, την αποδοχή της αναπηρίας και το ίδιο το σώμα ως κάτι όμορφο.>
«Έχω εξερευνήσει αυτά τα θέματα στη δική μου δουλειά, μέσω φωτογραφιών και εγκαταστάσεων, αλλά ποτέ δεν θα είχα την πολυτέλεια να το κάνω σε ιταλικό μάρμαρο ύψους 15 ποδιών, όπως θα μπορεί να κάνει ο Marc με αυτό το γλυπτό. Το είδα ως ένα μνημείο για το μέλλον, ένα σύγχρονο φόρο τιμής στη θηλυκότητα, την αναπηρία και τη μητρότητα στην καθημερινή ζωή», είπε η ίδια δεχόμενη την πρόταση.
Δεν χρειάζεται να είναι κανείς ιστορικός ή κριτικός τέχνης για να πιάσει τον υπαινιγμό για την Αφροδίτη της Μήλου , ίσως την πιο γνωστή απεικόνιση της γυναικείας ομορφιάς , στη γλυπτική του τον Marc Quinn.
Το μαρμάρινο γλυπτό με τίτλο <Alison Lapper Pregnant> βρισκόταν στην 4η πλίνθο στην πλατεία Τραφάλγκαρ για 18 μήνες μεταξύ 2005 και 2007 . Μετά τα αποκαλυπτήρια του έργου η Άλισον δήλωσε:
< Μου αρέσει το γεγονός ότι έχει κάνει το Ηνωμένο Βασίλειο να μιλάει, ότι δίνει στην αναπηρία μια πλατφόρμα για συζήτηση. Είναι μια θετική εικόνα της γυναικείας ζωής, παρόλο που δεν πρόκειται να αρέσει σε όσους ήθελαν τη Βασίλισσα Μητέρα εκεί>.<Είμαι πολύ άνετα με το σώμα μου, αν και ποτέ δεν φανταζόμουν ότι θα εμφανιζόταν στην πλατεία Τραφάλγκαρ. Νομίζω ότι είναι υπέροχο που μια τόσο δυνατή εικόνα θηλυκότητας θα βρίσκεται σε ένα μέρος τόσο συνδεδεμένο με τον πόλεμο και την εθνική μας κληρονομιά.>
Ο Marc Quinn από την πλευρά του δήλωσε ότι θεωρεί το έργο του <ως θέμα για την αναπαράσταση κάποιου που έχει ξεπεράσει τις δικές του συνθήκες μέσω αυτού που αποκαλεί «ένα διαφορετικό είδος ηρωισμού». < Κάποιον που έχει κατακτήσει τις δικές τους εσωτερικές συνθήκες, μάλλον παρά κάποιον που έχει κατακτήσει τον έξω κόσμο>.
Όπως ήταν αναμενόμενο, το γεγονός ξεσήκωσε θύελλα συζητήσεων με τις διάφορες γνώμες να συγκρούονται με πάθος και τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων να αφιερώνουν πηχυαίους τίτλους.
Οι υπερασπιστές της ιδέας υποστήριξαν πως <Το γλυπτό γιορτάζει με πολύ δημόσιο τρόπο την ομορφιά ενός διαφορετικού σώματος και μας κάνει να αμφισβητούμε τα στενά δεσμά της αποδοχής στα οποία τείνουν να μας ωθούν οι κοινωνικοί κανόνες. Εκτός από έργο τέχνης, η παρουσία του γλυπτού στην πλατεία Τραφάλγκαρ έχει δώσει τεράστια δύναμη στην πρόοδο των δικαιωμάτων των ατόμων με αναπηρία στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Σε ένα άρθρο στους The Sunday Times ο Waldemar Januszczak έγραψε: «Το γιγάντιο μαρμάρινο άγαλμα του Marc Quinn της δυσμελικής Alison Lapper, η σύγκριση των σωματικών της< βραχυκυκλώσεων> με την Αφροδίτη της Μήλου, πρέπει να καταταχθεί ως μία από τις πιο σημαντικές γλυπτικές στιγμές στη μεταπολεμική ιστορία της τέχνης της Βρετανίας. Ένα τεράστιο πλήγμα δόθηκε για θέματα αναπηρίας από την γλυπτική ιδιοφυΐα του Κουίν».
Οι επικριτές πάλι προέβαλαν δύο επιχειρήματα. Το πρώτο είναι ότι παραδοσιακά τα αγάλματα στην πλατεία Τραφάλγκαρ απεικονίζουν δημόσιους ήρωες που πρέπει να τιμώνται ως άνδρες που υπηρέτησαν την πατρίδα τους . Η δεύτερη ,που λέχθηκε ευθέως, ήταν ότι δεν ήταν <ευχάριστο>θέαμα. Ή όπως το διατύπωσε ο Dominic Moore:<Συγκινητική ιστορία, αλλά χρειαζόμαστε πραγματικά να μας κοιτάζει από την πλατεία Τραφάλγκαρ. Αυτό είναι πραγματικά μια φάρσα. Αφήστε την πλίνθο άδεια – τι φταίει με λίγο αέρα. Απλώς περισσότεροι φόροι χάθηκαν.>Ο εκδότης της Εφημερίδας της Βρετανικής Τέχνης το χαρακτήρισε “ένα απωθητικό τεχνούργημα”.
Η απάντηση της Άλισον ήταν:
<Δεν ανακατεύομαι στην πολιτική, και ειδικά όχι μέσω της τέχνης μου. Μισώ την πολιτική ορθότητα, λέω αυτό που σκέφτομαι. Πέρασα τη ζωή μου καταστρέφοντας εμπόδια, συχνά άμεσα και βίαια. Αλλά για μένα, το γυμνό μου, η σεξουαλικότητά μου, τα θέματα που επανέρχονται επανειλημμένα στη δουλειά μου, είναι θέματα προσωπικά, ένας τρόπος να ανακαλύψω τον εαυτό μου. Είναι άλλοι που το κάνουν διαμάχη. Είμαι η Alison Lapper και είμαι μοναδική, όχι λόγω της αναπηρίας μου (ένας όρος που αμφισβητώ ούτως ή άλλως), αλλά χάρη στην προσωπικότητά μου. Η ταυτότητα του καθενός διαμορφώνεται μέσα από τις δυσκολίες που μας επιβάλλει η κοινωνία. Θα μπορούσε να ήταν ο σεξουαλικός μου προσανατολισμός ή το χρώμα του δέρματός μου>.
Το έργο αποτέλεσε αργότερα κεντρικό στοιχείο της τελετής έναρξης των Παραολυμπιακών Αγώνων του Λονδίνου 2012, με τη μορφή ενός μεγάλου μεγέθους φουσκωτού αντιγράφουβασισμένου στο αρχικό μαρμάρινο γλυπτό.
Το 2019 μια νέα συμφορά έβαλε σε δοκιμασία τις ανθρώπινες αντοχές της: ο 19χρονος γιός της Πάρις βρέθηκε νεκρός στο Wolsey Hotel στο Worthing του West Sussex, λίγα μόλις μίλια από το σπίτι της οικογένειας στο Shoreham-by-Sea, από «υπερβολική χρήση παράνομων ουσιών και συνταγογραφούμενων φαρμάκων». Η έρευνα κατέληξε πως είχε δηλητηριαστεί από ηρωίνη και διαζεπάμη. Απέκλεισε την εκδοχή της αυτοκτονίας και απέδωσε την μεγάλη δόση σε ατύχημα.
Νέες συζητήσεις ξέσπασαν μεταξύ ειδικών και μη για τις αιτίες που οδήγησαν στον θάνατο του αγοριού. Πολλοί ξαναθυμήθηκαν τα παλιά ερωτήματα: Έπρεπε μια γυναίκα με τέτοιο βαθμό αναπηρίας να αποκτήσει παιδί η όχι; Μήπως δεν είχε καν το <δικαίωμα>; Μήπως ήταν μια <εγωιστική>απόφαση και δεν πήρε υπόψη το τί καλείτο να αντιμετωπίσει το παιδί; Η πολιτεία με τις δομές της έδωσε στο παιδί την υποστήριξη που χρειαζόταν; Η ευρύτερη κοινωνία πώς το αντιμετώπισε και ποιο το ποσοστό της δικής της ευθύνης; Χιλιάδες ερωτήματα και χιλιάδες αντικρουόμενες απόψεις, που έκαναν χειρότερη την ήδη δραματική κατάσταση κατάρρευσης της Άλισον.
Η προσωπική τους ζωή άρχισε να ξεδιπλώνεται σιγά σιγά μέσω αφηγήσεων και συνεντεύξεων .
Ο φυσικός ισχυρός δεσμός μεταξύ μητέρας και παιδιού ενισχύθηκε ακόμη περισσότερο αφού η Άλισον δεν είχε χέρια και έτσι έπρεπε να μεταφέρει αγάπη, αποδοκιμασία και ενθάρρυνση σε μεγάλο βαθμό μόνο μέσω του τόνου της φωνής .Μη μπορώντας να ανταποκριθεί σε <πρακτικά> ζητήματα έπρεπε σε αντιστάθμισμα, να αφιερώνει περισσότερο χρόνο στην επικοινωνία.
Έφερα τον γιο μου στον κόσμο γνωρίζοντας ότι θα του έδινα την αγάπη μου και τον χρόνο μου. Τους πρώτους εννέα μήνες της ζωής του, ήταν αγκαλιασμένος στο στήθος μου όλη την ώρα – τον κουβαλούσα πάντα σε μια σφεντόνα.
<Από την ηλικία των τεσσάρων περίπου ετών, ο Πάρις ρωτούσε “Γιατί οι άνθρωποι μας κοιτάζουν έτσι;” «Και αρχικά, θα έλεγα, «Είναι επειδή είσαι τόσο όμορφο, μωρό μου». Αλλά καθώς μεγάλωνε, έπρεπε να είμαι ειλικρινής και να πω: «Επειδή είμαι έτσι, γιε μου. Και νομίζουν ότι δεν μπορώ να τα βγάλω πέρα μαζί σου».
Στα παιδικά του χρόνια έως το τέλος του Δημοτικού ήταν ένα χαρούμενο, δημιουργικό παιδί και αντιμετώπιζε με επιτυχία την δυσλεξία του. Στο γυμνάσιο, βιώνοντας τη σύγχυση της εφηβείας και τα πειράγματα των συμμαθητών του για την κατάσταση της μητέρας του άρχισε να απομονώνεται και να μελαγχολεί. Στα 13 του ζήτησε επίμονα από την Άλισον να μην παρευρίσκεται στις <βραδιές γονιών> του σχολείου Την ίδια εποχή έχασε την γιαγιά του από καρκίνο και η ψυχική του υγεία επιδεινώθηκε.
Αρχικά βρισκόταν υπό τη φροντίδα των υπηρεσιών ψυχικής υγείας παιδιών και εφήβων. Γύρω στα 11 μπήκε σε θεραπεία με μικρές ποσότητες φαρμακευτικής κάνναβης. Καθώς μεγάλωνε ,συνειδητοποιούσε όλο και περισσότερο την κατάσταση ενώ το bullying συνεχιζόταν αμείωτο. Μετά τα 18 τον ανέλαβαν οι υπηρεσίες ενηλίκων. Επιστρατεύτηκαν νέα φάρμακα αλλά χωρίς σπουδαία αποτελέσματα.
Η Άλισον είπε ότι ο θάνατος του γιου της την έκανε να αισθάνεται «χαλασμένη».
Για να τον κρατήσει για πάντα μαζί της έφτιαξε ένα δαχτυλίδι με θήκη που περιέχει λίγη στάχτη του και μία τούφα από τα μαλλιά του.
Σήμερα, η Alison Lapper διδάσκει mouth painting (ζωγραφική με το στόμα) σε μονοήμερα σεμινάρια και παράλληλα μιλά συχνά σε εκδηλώσεις για τις δυνατότητες των ανθρώπων με αναπηρία.
Ήταν σύμβουλος,το διάστημα 2015-17, του Gig-Arts, ενός πολυεπιστημονικού έργου στο οποίο συμμετείχαν 19 εταίροι από 13 χώρες. Στόχος του ήταν η διατύπωση προτάσεων σχετικά με Παράγοντες, Κανονισμούς, Συναλλαγές και Στρατηγικές στην Παγκόσμια Διακυβέρνηση του Διαδικτύου, στο πλαίσιο της Κοινωνικής Πρόκλησης «Η Ευρώπη σε έναν μεταβαλλόμενο κόσμο – χωρίς αποκλεισμούς, καινοτόμες και στοχαστικές κοινωνίες».
Η Alison Lapper καλείται σε πολλά τηλεοπτικά και ραδιοφωνικά προγράμματα.
Το ντοκιμαντέρ <Alison’s Baby> του 2001, για τον ερχομό του γιου της Πάρις στη ζωή της, κέρδισε το βραβείο Prix Italia και Prix Leonardo το 2002 για το καλύτερο τηλεοπτικό ντοκιμαντέρ.
Το 2016 η Alison ανέλαβε το ρόλο ως παρουσιάστρια στο ντοκιμαντέρ < No Body’s Perfect> παραγωγής του ΒΒC. Με τη βοήθεια του παγκοσμίου φήμης φωτογράφου Rankin, η Alison εξερευνά την καθημερινή μάχη που δίνουν τέσσερα διαφορετικά άτομα με την αυτοπεποίθηση όσον αφορά την εικόνα τους. Η ταινία εξερευνά τα φυσικά ιδανικά και πώς να δει κανείς την ομορφιά στον εαυτό του, παρά τα σωματικά ή ψυχικά εμπόδια
Το 2017 συμμετείχε στα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ Passions: William Blake της Alison Lapper, όπου περιέγραψε την προσπάθειά της να δημιουργήσει ένα έργο τέχνης εμπνευσμένο από τον Βρετανό παραγνωρισμένο συγγραφέα, ποιητή και χαράκτη William Blake.
Μετά τον θάνατο του Πάρις επινόησε και εφάρμοσε μια σειρά εργαστηρίων τέχνης που πιστεύει ότι λειτουργούν βοηθητικά για τα παιδιά με σωματικά αλλά και ψυχικά προβλήματα.
<Γνωρίζω τη δύναμη της τέχνης και πώς μπορεί να σας βοηθήσει να ξεπεράσετε το άγχος, τη θλίψη και να σας βγάλει από μερικές πολύ σκοτεινές στιγμές. Έχω ζήσει αυτές τις σκοτεινές στιγμές από πρώτο χέρι μετά τον τραγικό θάνατο του γιου μου Πάρις.Ως αποτέλεσμα της απώλειας μου και με την ελπίδα να κάνω τη διαφορά για τους άλλους, είμαι στην ευχάριστη θέση να παρουσιάσω το “The Drug of Art”. Μέσω μιας σειράς εργαστηρίων, podcast και μιας περιοδεύουσας έκθεσης, το Drug of Art στοχεύει να ενθαρρύνει τη χρήση της τέχνης και της δημιουργικής έκφρασης για να βοηθήσει τους νέους με την ψυχική τους υγεία και ευημερία, καταπολεμώντας την απομόνωση και τη μοναξιά που έγινε πιο συνηθισμένη από το Πανδημία covid19>
Στα 56 της χρόνια αποφάσισε να παντρευτεί τον επί χρόνια σύντροφό της Simon Clift. Συνεχίσει την ζωή με τον καλύτερο δυνατό τρόπο που μπορεί: Βοηθώντας με την τέχνη και τη δράση της τους αναπήρους και τα παιδιά με διάφορα προβλήματα.
Σε πρόσφατη δήλωσή της είπε: “Μας αντιμετωπίζουν ως βάρος στην κοινωνία! Σίγουρα εγώ δεν είμαι και οι περισσότεροι ανάπηροι άνθρωποι που ξέρω δεν είναι“.
Προσυπογράφουμε.
Φιλαρέτη Καλομενίδου, Εκπαιδευτικός